🇬🇷 el en 🇬🇧
ιδιωτικός τομέας
/i.ði.o.tiˈkos toˈme.as/
|
|
|---|---|
| private sector | |
Wiktionary Links
- ελληνικά: ιδιωτικός τομέας
ιδιωτικός τομέας
/i.ði.o.tiˈkos toˈme.as/
|
|
|---|---|
| private sector | |